Του Ανδρέα Λοβέρδου καθηγητή πανεπιστημίου, πρ. Υπουργού, στελέχους της Νέας Δημοκρατίας
Το λέω χρόνια αυτό και το εννοώ όχι επειδή θέλω να ακουστώ αυστηρός αλλά επειδή αυτή η φράση συμπυκνώνει μια απλή πραγματικότητα που κάθε σοβαρός άνθρωπος καταλαβαίνει. Αν κάποιος τη θεωρεί ακροδεξιά, τότε μάλλον ζει σε έναν κόσμο δικό του φαντασιακό, όπου οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους. Γιατί στην πραγματική καθημερινότητα,εκεί όπου ο κόσμος ζει, εργάζεται και μεγαλώνει παιδιά η κοινή λογική υπαγορεύει ότι μια χώρα οφείλει να γνωρίζει ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει. Και είμαι βέβαιος ότι όσοι ζουν σε περιοχές που έχουν επιβαρυνθεί έντονα από παράνομη μετανάστευση και από φαινόμενα εγκληματικότητας, όχι απλώς συμφωνούν με αυτή τη θέση αλλά την αισθάνονται στο πετσί τους. Δεν χρειάζονται θεωρίες, ούτε φανφάρες. Χρειάζεται τάξη, καθαροί κανόνες και ένα κράτος που δεν κρύβεται πίσω από ευχολόγια.
Γι’ αυτό κάθε φορά που ακούω να χαρακτηρίζεται ακραίο το αυτονόητο, δηλαδή όποιος εισέρχεται στην χώρα πρέπει να το κάνει νόμιμα, πραγματικά απορώ. Από πότε η λογική βαφτίστηκε ακρότητα; Και από πότε το να απαιτείς σεβασμό των νόμων θεωρείται πρόβλημα;
Λέω, επίσης, εδώ και χρόνια ότι η μετανάστευση, όταν συνδυάζεται με την τρομοκρατία και την ασύδοτη διακίνηση ανθρώπων, δημιουργεί ένα δίπολο που απειλεί ολόκληρη την Ευρώπη. Δεν είναι ελληνικό το ζήτημα, όμως η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Και όσο αυτό συμβαίνει, δεν πρόκειται να σταματήσω να το υπενθυμίζω. Ευτυχώς, η Νέα Δημοκρατία έχει μια επιλέξει μια στάση που αντανακλά επιτέλους την πραγματικότητα και όχι τις ιδεοληψίες κάποιον μειοψηφιών. Είναι μία παράταξη που αντιμετωπίζει το θέμα με την κοινή λογική που απαιτούν οι συνθήκες: ξεκάθαροι κανόνες, διαχωρισμός εκείνων που έχουν πραγματικά ανάγκη από εκείνους που απλώς εκμεταλλεύονται το σύστημα και αποφασιστικότητα απέναντι στην παράνομη διακίνηση. Με τον πρόσφατο νόμο έγινε επιτέλους αυτό που θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και χρόνια. Όσοι μπαίνουν παράνομα ελέγχονται, όσοι έχουν προσφυγικό προφίλ προστατεύονται όπως ορίζει το διεθνές δίκιο και όσοι δεν το έχουν, δεν μπορούν να μείνουν στη χώρα, όσο κι αν κάποιοι προσπαθούν να θολώσουν τα νερά.
Το δίκιο είναι πολύ απλό. Ο πραγματικός πρόσφυγας έχει όλα τα δικαιώματα που πρέπει να έχει. Ο άνθρωπος όμως που χρησιμοποιεί την προσφυγική ιδιότητα σαν «διαβατήριο»για να περάσει παράνομα και να μείνει για οικονομικούς λόγους πρέπει να γνωρίζει ότι αυτό δεν είναι ανεκτό. Η Ευρώπη αλλάζει. Επιτέλους αναγνωρίζει ότι η παράνομη μετανάστευση δεν είναι λύση σε τίποτε. Και όσοι δεν δικαιούνται άσυλο έχουν ένα ξεκάθαρο μονοπάτι, εκείνο της επιστροφής. Αυτό δεν είναι σκληρότητα είναι σοβαρότητα. Είναι η βάση πάνω στην οποία χτίζονται κοινωνίες που σέβονται τον εαυτό τους.
















