Ο Βουλευτής Αχαΐας και Τομεάρχης Υγείας του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Ανδρέας Παναγιωτόπουλος κατέθεσε κοινοβουλευτική ερώτηση με την συνυπογραφή δέκα (12) βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προς τους Υπουργούς Εθνικής Οικονομίας & Οικονομικών και Εθνικής Άμυνας σχετικά με την έλλειψη διαφάνειας, τις σοβαρές καθυστερήσεις και την απουσία συγκεκριμένου σχεδιασμού για την επαναλειτουργία του εργοστασίου των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων (ΕΑΣ) στο Αίγιο.
Ο βουλευτής επισημαίνει κρίσιμα ερωτήματα που απορρέουν από πρόσφατες αποφάσεις της διοίκησης των ΕΑΣ, όπως η διερεύνηση επενδυτικού ενδιαφέροντος για σύσταση κοινής εταιρίας με ιδιώτη επενδυτή για την παραγωγή καλύκων μεγάλου διαμετρήματος, γεγονός που συνιστά σαφή ένδειξη πορείας προς ιδιωτικοποίηση κρίσιμων τομέων της αμυντικής βιομηχανίας. Την ίδια στιγμή, η γραμμή παραγωγής πυρομαχικών μεγάλου διαμετρήματος (155mm) παραμένει αναξιοποίητη, παρά την εκτίναξη της διεθνούς ζήτησης, ενώ η μονάδα ΕΑΣ στο Αίγιο παραμένει ανενεργή, χωρίς καμία επίσημη δέσμευση για επαναλειτουργία προκαλώντας εύλογα ερωτήματα για τις προτεραιότητες και τη στρατηγική της κυβέρνησης.
Υπενθυμίζεται ότι σε προηγούμενη σχετική ερώτηση του βουλευτή (Αρ. Πρωτ. 2744/17.01.2025), τα συναρμόδια υπουργεία απάντησαν χωρίς σαφήνεια, χωρίς χρονοδιάγραμμα και χωρίς συγκεκριμένες δεσμεύσεις, περιοριζόμενα σε αλληλοπαραπομπές.
Σε αυτό το πλαίσιο, οι ερωτώντες βουλευτές ζητούν από τους αρμόδιους Υπουργούς να απαντήσουν με σαφήνεια:
- εάν βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη διαγωνιστική διαδικασία για την είσοδο ιδιώτη επενδυτή στα ΕΑΣ και με ποιους όρους,
- πώς αυτή η διαδικασία θα επηρεάσει τον δημόσιο χαρακτήρα, τη λειτουργία και το μέλλον της μονάδας στο Αίγιο,
- πότε προβλέπεται να επαναλειτουργήσει η εν λόγω μονάδα, με ποια χρηματοδότηση, ποια παραγωγική κατεύθυνση και ποιο δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα υλοποίησης.
Η συνεχιζόμενη απαξίωση των Ελληνικών Αμυντικών Συστημάτων, όπως του εργοστασίου ΕΑΣ στο Αίγιο, υπονομεύει την αμυντική αυτάρκεια της χώρας, συρρικνώνει την ελληνική προστιθέμενη αξία στην εγχώρια παραγωγή αμυντικού υλικού και εντείνει την ανησυχία για εκχώρηση στρατηγικών υποδομών σε ιδιωτικά συμφέροντα.















