Ακρίβεια στο κρέας: Στο – Τι φταίει για τις ανατιμήσεις
Μέσα σε τέσσερα χρόνια, το κρέας από βασικό διατροφικό προϊόν εξελίσσεται σε αγαθό πολυτελείας. Από τον Ιούνιο του 2021 έως τον Σεπτέμβριο του 2025, η τιμή του μοσχαριού εκτοξεύθηκε κατά 54,6%, αγγίζοντας τα υψηλότερα επίπεδα μεταξύ όλων των κατηγοριών κρέατος.
Τον Σεπτέμβριο μόνο, οι ετήσιες αυξήσεις έφτασαν στο 8,4%, ενώ οι τιμές στα σούπερ μάρκετ κυμαίνονται από 11,89 έως 22,90 ευρώ το κιλό – ακόμη υψηλότερα στα παραδοσιακά κρεοπωλεία. Ο πρόεδρος της Νιτσιάκος, Κώστας Νιτσιάκος, προειδοποιεί ότι «ο μοσχαρίσιος κιμάς σύντομα θα φτάσει τα 20 ευρώ το κιλό», καθώς το κόστος αγοράς ζώντων ζώων από τη Γαλλία έχει αυξηθεί κατά 71% μέσα σε έναν χρόνο.
Εισαγωγές και εξάρτηση
Η Ελλάδα καλύπτει μόλις το 10% των αναγκών της σε βόειο κρέας από εγχώρια παραγωγή. Το υπόλοιπο 90% προέρχεται από χώρες όπως Γαλλία, Ολλανδία, Γερμανία και Πολωνία, γεγονός που την καθιστά πλήρως εξαρτημένη από τις διεθνείς τιμές.
Αντίστοιχα, το αρνί και το κατσίκι έχουν σημειώσει αύξηση 43,3%, επιβαρυνόμενα φέτος από την ευλογιά των προβάτων, που μειώνει τα κοπάδια και ωθεί τις τιμές προς τα πάνω ενόψει των γιορτών. Οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για νέες ανατιμήσεις 15–20%, καθώς οι ανάγκες θα καλυφθούν μέσω εισαγωγών.
Το χοιρινό δεν σώζει την κατάσταση
Ακόμη και το χοιρινό, που θεωρούνταν «φθηνή λύση», έχει αυξηθεί 37,9% από το 2021, με τις τιμές να σταθεροποιούνται σε υψηλά επίπεδα λόγω κόστους παραγωγής και ευρωπαϊκών κανόνων ευζωίας. Παρά την ελαφρώς χαμηλότερη τιμή, οι επαγγελματίες παρατηρούν μείωση στη ζήτηση, ενώ η χονδρική παραμένει αμετάβλητη – σε αντίθεση με το μοσχάρι, όπου μέσα σε έναν χρόνο αυξήθηκε 30%.
Το μόνο κρέας που δείχνει κάποια «αντοχή» είναι το κοτόπουλο, με αύξηση 26,8%. Η εγχώρια παραγωγή καλύπτει μεγάλο μέρος της ζήτησης, όμως οι τιμές ζωοτροφών και τα κρούσματα γρίπης των πτηνών στην Ευρώπη συνεχίζουν να πιέζουν την αγορά.
Οι καταναλωτές «σφίγγουν τα δόντια»
Παρά την ακρίβεια, τα ελληνικά νοικοκυριά εξακολουθούν να αγοράζουν κρέας. Η μέση μηνιαία δαπάνη το 2024 ανήλθε στα 76,11 ευρώ, αυξημένη κατά 3% από το 2023, ενώ η κατανάλωση σημείωσε οριακή άνοδο 0,4%. Οι καταναλωτές προσαρμόζονται, επιλέγοντας φθηνότερα είδη ή μικρότερες ποσότητες.
Ωστόσο, η συνολική κατανάλωση στη λιανική έχει υποχωρήσει κάτω από 500.000 τόνους ετησίως, για πρώτη φορά μετά το 2000 — ένα σημάδι ότι η ακρίβεια αρχίζει να αλλάζει τις διατροφικές συνήθειες.
Ευρωπαϊκή κρίση παραγωγής
Η άνοδος των τιμών δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο. Η παραγωγή βόειου κρέατος στην ΕΕ έχει μειωθεί κατά 10,75% σε έναν χρόνο, με την Ελλάδα να καταγράφει τη μεγαλύτερη πτώση (-13,7%). Η Γερμανία υποχωρεί κατά 18%, η Ιρλανδία κατά 15,5%, ενώ η Ολλανδία κατά 20,6%.
Η μείωση των κοπαδιών, οι ζωονόσοι όπως η οζώδης δερματίτιδα και η ευλογιά, οι αυξημένες τιμές ενέργειας και μεταφορών, καθώς και η πράσινη μετάβαση της ΕΕ, έχουν δημιουργήσει μια «τέλεια καταιγίδα».
Την ίδια ώρα, η αυξημένη ζήτηση από χώρες όπως η Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, όπου δεν καταναλώνεται χοιρινό, πιέζει περαιτέρω την ευρωπαϊκή αγορά. Οι εξαγωγές αυξάνονται, αλλά οι εισαγωγές παραμένουν χαμηλές, καθώς το εισαγόμενο κρέας από Νότια Αμερική συχνά δεν πληροί τα ευρωπαϊκά πρότυπα ασφάλειας.
Η τιμή του κρέατος, όπως και του ελαιολάδου, έχει πλέον μετατραπεί σε δείκτη οικονομικής πίεσης για τα νοικοκυριά. Αν δεν ανατραπεί η εξίσωση μειωμένης παραγωγής και αυξημένου κόστους, το τραπέζι των γιορτών θα μοιάζει ολοένα και περισσότερο με είδος πολυτελείας.